- Μενεσθέα
- Μενεσθέᾱ , Μενεσθεύςmasc acc sg (ionic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
ακάμας — Όνομα μυθολογικών προσώπων. 1. Γιος του Θησέα και της Φαίδρας. Σύμφωνα με μύθους μεταγενέστερους του Ομήρου, έλαβε μέρος στην εκστρατεία εναντίον της Τροίας και ήταν ένας από τους πρεσβευτές των Ελλήνων που στάλθηκαν να ζητήσουν την Ωραία Ελένη… … Dictionary of Greek
ελαία — Ονομασία αρχαίων πόλεων. 1. Παραλιακή πόλη στην Αιολίδα της Μικράς Ασίας. Σύμφωνα με την παράδοση, η πόλη υπήρξε αποικία των Αθηναίων, την οποία ίδρυσαν κατά την επιστροφή τους από τον Τρωικό πόλεμο, με πρώτο οικιστή τον Μενεσθέα. Βρισκόταν κοντά … Dictionary of Greek
Άφιδνος — Ένας από τους μυθολογικούς ήρωες της Αττικής, επώνυμος της πόλης των Αφιδνών. Ο Θησέας, εμπιστεύτηκε στον Ά. την Ελένη, όταν μαζί με τον Πειρίθο κατέβηκε στον Άδη για την αρπαγή της Περσεφόνης. Όταν οι Διόσκουροι κυρίευσαν την πόλη, ο Ά.… … Dictionary of Greek
Θησέας ή Θησεύς — Μυθολογικός ήρωας της Αττικής, ο σημαντικότερος μετά τον Ηρακλή. Ήταν γιος του βασιλιά της Αθήνας, Αιγέα (σύμφωνα με άλλον μύθο του Ποσειδώνα), και της Αίθρας, κόρης του Πιτθέα, βασιλιά της Τροιζήνας, ο οποίος τον ανέθρεψε. Σε ηλικία δεκαέξι ετών … Dictionary of Greek
Πετεώς — Μυθολογικό πρόσωπο, γιος του Ορντού, πατέρας του Μενεσθέα. Διώχτηκε από τον Αιγέα από την Αθήνα και πήγε στη Φωκίδα μαζί με πολλούς Αθηναίους, όπου ίδρυσε την πόλη Στείρι … Dictionary of Greek
Χάρης — Όνομα ιστορικών προσώπων. 1. Αθηναίος στρατηγός από τον δήμο της Αιξωνής (περ. 400 – περ. 324 π.Χ.). Διακρίθηκε στην αποστολή του για βοήθεια από τους Αθηναίους προς τους συμμάχους τους Φλιασίους (367), οι οποίοι πιέζονταν από τους Σικυώνιους και … Dictionary of Greek